Να ξανακάνουμε την πρωτομαγιά ημέρα μάχης. Να οργανώσουμε τους νέους ταξικούς και κοινωνικούς αγώνες στην στρατηγική κατεύθυνση της επαναστατικής προοπτικής

133 χρόνια μετά την εξέγερση των εργατών στο Σικάγο και τα κρατικά αντίποινα στους οκτώ αναρχικούς εργάτες που καταδικάστηκαν και εκτελέσθηκαν κατηγορούμενοι για την εκτόξευση βόμβας στην απεργιακή διαδήλωση στην πλατεία heymarket, η καπιταλιστική εκμετάλλευση και η κρατική βαρβαρότητα εξακολουθούν στην ίδια καταστροφική τροχιά να λεηλατούν την ανθρώπινη εργασία, να εξολοθρεύουν κάθε πτυχή του κοινωνικού βίου και να εξαθλιώνουν τα εργαζόμενα κοινωνικά στρώματα. Ο ταξικός πόλεμος μαίνεται και η τάξη μας παραμένει ανοργάνωτη και συνειδησιακά ανίσχυρη να ανταποδώσει τα πυρά, παραδίδοντας την πρωτοβουλία των κινήσεων στους ταξικούς δυνάστες. Μια συνθήκη ιστορικά γνώριμη, αλλά και ιστορικά προσωρινή.

Μέσα στην διαρκώς εντεινόμενη παγκόσμια συστημική κρίση, η ολομέτωπη επίθεση κράτους και κεφαλαίου στον κόσμο της μισθωτής εργασίας συνεχίζει με σφοδρότητα να οξύνει τα χάσματα και τις αντιθέσεις μεταξύ των ανταγωνιζομένων κοινωνικών τάξεων, συνθλίβοντας και τα τελευταία ερείπια των προ-κρίσης κοινωνικών συμβολαίων και τσακίζοντας κάθε παραγωγικό κοινωνικό στρώμα που δεν είχε πληγεί κατά τα πρώτα χρόνια της κρίσης και των καπιταλιστικών αναδιαρθρώσεων. Στον ελλαδικό χώρο, οι διάφορες συνταγές κοινωνικής ισοπέδωσης εκτελούνται αδιάλειπτα από όλους τους κλασσικούς εκφραστές της κρατικής και καπιταλιστικής διαχείρισης σε αυτά τα 9 χρόνια μνημονιακών πολιτικών κοινωνικής ερημοποίησης, σε αγαστή συνεργασία με τους υπερκρατικούς σχηματισμούς και τους υπερθεσμούς της διεθνούς οικονομικής ελίτ. Σε αυτήν την κατεύθυνση και η κυβέρνηση της αριστεράς από το 2015 ενέτεινε τις πολιτικές της βίαιης κοινωνικής αναδιάρθρωσης ψηφίζοντας μνημόνια διαρκείας, αντι-ασφαλιστικά νομοσχέδια, μείωση του αφορολόγητου, διεξάγοντας πλειστηριασμούς πρώτης κατοικίας, προβαίνοντας σε ιδιωτικοποιήσεις και δεσμεύοντας με αυτόματους “κόφτες” και στόχους για υψηλά πλεονάσματα την ήδη φτωχοποιημένη κοινωνική βάση. Παράλληλα, κατάφερε να αμβλύνει τις κοινωνικές και ταξικές αντιστάσεις (όπου την περίοδο διακυβέρνησης του σύριζα ήταν σχεδόν μηδαμινές) μέσω της αφομοίωσης, μια διαδικασία που άρχισε να συντελείτε με την εργαλειακή εκμετάλλευση των αγώνων της περιόδου 2010-12 και κορυφώθηκε με τις φιλοκυβερνητικές διαδηλώσεις του Φλεβάρη του 2015 και τις κινητοποιήσεις για το “οχι” στο δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του ίδιου χρόνου. Ο σύριζα ως φορέας αναμόρφωσης του απαξιωμένου αστικού πολιτικού συστήματος διαδραμάτισε κομβικό ρόλο ως πολιτικός ανατροφοδότητης, ανανεώνοντας έναν πτωχευμένο και ανήμπορο να δώσει λύσεις και να διατηρήσει την κοινωνική συνοχή δικομματισμό. Η κυβέρνηση της αριστεράς ως χρήσιμη λάντζα κράτους και κεφαλαίου αναδύθηκε στον πολιτικό στίβο για την διεκπεραίωση της “βρώμικης δουλειάς”, αναλαμβάνοντας την κανονικοποίηση των μνημονιακών πολιτικών, τον κατευνασμό της κοινωνικής οργής και την ομαλοποίηση της πολιτικής αστάθειας των προηγούμενων χρόνων. Υποσχόμενη την αντικατάσταση του μαστιγίου από το καρότο στην κατεύθυνση του “μη χείρον βέλτιστον” λειτούργησε για το σύστημα ως ύστατο χαρτί στον κατάλληλο χρόνο και με χειρουργικές κινήσεις εγκλώβισε μεγάλες κοινωνικές δυναμικές στην παγίδα της αστικής διαχείρισης ενός “καπιταλισμού με ανθρώπινο πρόσωπο”. Για το καθεστώς, αποτέλεσε τον πιο αξιόπιστο πυλώνα εξασφάλισης της συνέχειας των μνημονιακών προγραμμάτων με τις όσο το δυνατών χαμηλότερες κοινωνικές αντιστάσεις, επιβεβαιώνοντας στην πράξη ότι η εκλογή του δεν ήταν «ευκαιρία για τα κινήματα», όπως διακήρυτταν πολιτικοί χαμαιλέοντες και οπορτουνιστικοί δορυφόροι εντός τους, αλλά όπλο στην φαρέτρα της αστικής τάξης και του κράτους που αναδείχθηκε από το ίδιο το σύστημα και τροφοδοτήθηκε από αυτό. Σε κοινωνικό επίπεδο, η άνοδος του σύριζα δεν ήταν μια ένδειξη ριζοσπαστικοποίησης, αλλά η αποφυγή της, σήμαινε κατά κύριο λόγω την ανάθεση του αγώνα για “έξοδο από τα μνημόνια” στον αστικό κυβερνητισμό.

Σήμερα, τέσσερα χρόνια μετά τις εκλογές της 25ης Ιανουαρίου και την άνοδο του σύριζα στο τιμόνι της διακυβέρνησης, νέα εμπόρια ελπίδας εμφανίζονται και επιχειρούν να τζογάρουν την ανανέωση της κυβερνητικής του θήτειας. Είναι αξιοσημείωτο ότι ακόμα και τώρα που ο ρόλος του σύριζα έχει ξεδιπλωθεί και οι προσδοκίες της αρχικής περιόδου έχουν καταρρεύσει, ακόμα λανσάρεται από μερικούς ως το «μικρότερο κακό» στον αντίποδα της «κακιάς δεξιάς» και του μπαμπούλα-κούλη. Είναι χαρακτηριστικό το σύνθημα «Τσίπρας ή Τανκς» που άγνωστοι κυβερνοτσολιάδες ανέγραψαν σε κεντρικούς δρόμους των Αθηνών.

Το πρόσφατα αναδυόμενο αφήγημα της ισχυρής “μεταμνημονιακής Ελλάδας” ήρθε για να ανανεώσει ένα πτωχευμένο εμπόριο ελπίδας, το οποίο ανίσχυρο και υποτιμημένο σε τιμή κόστους αναμένεται να παραμείνει στα ράφια του μαξίμου. Η παράταση από τους “θεσμούς” μέχρι την επόμενη δανειακή σύμβαση, υπό την όποια μορφή, δεν οφείλεται στην ανάκαμψη της ελληνικής οικονομίας, ούτε θα ισχύσει επί μακρόν. Στην τρέχουσα συγκυρία θα μπορούσε να χαρακτηριστεί και ως ένα “δώρο” στην κυβέρνηση Τσίπρα για την διευθέτηση ζημιογόνων εκλογικά πολιτικών ζητημάτων (βλ. συμφωνία των Πρεσπών) και την πιστή εφαρμογή των διακρατικά σχεδιασμένων πολιτικών βίαιης αναδιάρθρωσης. Ο σύριζα αγόρασε χρόνο ευελπιστώντας ότι θα τον εξαργυρώσει στην κάλπη, “ρίσκαρε” με το ονοματολογικό για να σύρει τις εκλογές στην συμπλήρωση της τετραετίας, αξιοποιώντας ως προεκλογικό χαρτί το ψέμα του “τέλους των μνημονίων”. Η πριμοδότηση του σύριζα και προσωπικά του Τσίπρα από τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της Ε.Ε. και τις Η.Π.Α. δεν είναι παρά το προϊόν της “εμπιστοσύνης” που χτίστηκε ανάμεσα στους πολιτικούς εταίρους, μια λυκοσυμμαχία που αναπτύχθηκε μέσα από την ικανοποιητικά εξελισσόμενη και χωρίς σοβαρές αντιστάσεις κοινωνική αφαίμαξη για την σωτηρία του συστήματος και της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Είναι χαρακτηριστική η δήλωση του πρωθυπουργού της Γαλλίας Βαλς μετά την ψήφιση των μέτρων για την ολοκλήρωση της δ’ αξιολόγησης του χρέους: «ζηλεύω τον Τσίπρα που πέρασε 7.500 σελίδες από τα μέτρα χωρίς αλλαγές, χωρίς απεργίες».

Η ελληνική κρίση χρέους αναμφίβολα δεν έπαψε να αποτελεί ένα μείζον πρόβλημα για την βιωσιμότητα της ευρωζώνης. Το “ελληνικό πρόβλημα” είναι αναπόσπαστο και οργανικό μέρος της παγκόσμιας καπιταλιστικής κρίσης, είναι μη ελέγξιμο και τα έως τώρα εργαλεία διαχείρισης του δεν αποτέλεσαν φάρμακο, αντίθετα το διόγκωσαν. Η αποφυγή του grexit και το τέλος των απειλών για την διεξαγωγή του δεν αφορά την υποτιθέμενη σταθερή τροχιά ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, αλλά ξεκάθαρα την αδυναμία διαχείρισης του. Η ευρωζώνη δεν ήταν προετοιμασμένη για την έξοδο της Ελλάδας από την νομισματική ένωση το καλοκαίρι του δημοψηφίσματος (που πολλοί την ανέμεναν) και δεν είναι ούτε σήμερα. Μια ενδεχόμενη ελληνική έξοδος υπό την υπάρχουσα δομή της ευρωζώνης δεν θα ήταν διαχειρίσιμη και σε αυτό οφείλεται η ίδια η δομική αρχιτεκτονική της, όπου η δημοσιονομική πολιτική δεν είναι ενιαία, οι ευθύνες εξαργύρωσης του νομίσματος δεν επιβαρύνουν κάποια συγκεκριμένη χώρα και τα οικονομικά σοκ ενός κράτους-μέλους δεν μπορούν να απορροφηθούν αποτελεσματικά από την Ε.Κ.Τ. Μια προϋπόθεση θα ήταν η αναβάθμιση της ευρωζώνης από νομισματική σε δημοσιονομική, μια διαδικασία με πολλές παραμέτρους που δεν μπορεί υλοποιηθεί από την μια μέρα στην άλλη. Για την ώρα, οι αποσχιστικές τάσεις (βλ. brexit) και οι νομισματικές συγκρούσεις ευρώ-δολαρίου καθιστούν την επιπρόσθετη αποδυνάμωση της νομισματικής ενώσης ως ισοδύναμο της διάλυσης.

Για την ευρωζώνη, ούτε το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης (qe) της Ε.Κ.Τ. μπόρεσε να αποτελέσει σοβαρή θωράκιση. Αναφορικά με το πρόγραμμα και την προοπτική εισόδου της Ελλάδας σε αυτό, το οποίο είχε γίνει “σημαία” του σύριζα κατά την ψήφιση των μνημονιακών μέτρων της β’ αξιολόγησης του Μάιο του 17’ σε τότε κείμενο σημειώναμε: «κοντά ποδάρια έχει και το ενδεχόμενο ένταξης της Ελλάδας στο πρόγραμμα QE, του οποίου η λειτουργία δε φαίνεται να μακροημερεύει. Η Ε.Κ.Τ. αδυνατεί να προβεί σε αγορά τοξικών ομολόγων προς εξομάλυνση, δεδομένης της κλονισμένης πίστης που επικρατεί στις ευρωπαϊκές αγορές. Το μοντέλο της αμερικανικής Fed το οποίο εμπεριέχει πρώτα τον τερματισμό αγοράς ομολόγων και σε δεύτερο χρόνο την αύξηση των επιτοκίων, δεν αποτελεί φάρμακο. Ο πληθωρισμός και η ενεργοποίηση της παραγωγικής δυνατότητας της ευρωζώνης βρίσκονται σε χαμηλότερο επίπεδο και μια τέτοια προσπάθεια θα προκαλούσε αναδιαμορφώσεις στην ισοτιμία ευρώ-δολαρίου, με το πρώτο να βρίσκεται σε υποτίμηση». Εν τέλει, η δρομολογούμενη ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποτέ δεν ολοκληρώθηκε και η αποτυχία του qe σφραγίστηκε και επισήμως με τον συνακόλουθο τερματισμό του. Σύμφωνα με τον Ντράγκι, το πρόγραμμα πέρασε πλέον “στην εργαλειοθήκη της κεντρικής τράπεζας” αφήνοντας ανοιχτό το παράθυρο “για την χρησιμοποίηση του στο μέλλον”. Το τέλος των πολιτικών ποσοτικής χαλάρωσης και η άνοδος των επιτοκίων για την στήριξη του ευρώ, θα σκοντάψει αργά ή γρήγορα σε ένα νέο αδιέξοδο τέλμα που θα πυροδοτήσει περεταίρω συγκρούσεις στον νομισματικό πόλεμο. Ένας “πόλεμος” που ενδέχεται να αφήσει αντίκτυπο και στο “ελληνικό ζήτημα” με μια πιθανή αποδέσμευση του δ.ν.τ. από τις δανειακές συμβάσεις με ταυτόχρονη αναβάθμιση του esm.

Η πρόσφατη «έξοδος στις αγορές» η οποία συνοδεύτηκε από μεταμνημονιακές θριαμβολογίες για την “ανάκτηση της δυναμικής της ελληνικής οικονομίας”, υπήρξε μια τεχνητή απόπειρα αναθέρμανσης της εμπιστοσύνης των διεθνών κεφαλαιαγορών προς τα ελληνικά ομόλογα, στο πλαίσιο των success story και της συστημικής προπαγάνδας για την “επιτυχία του ελληνικού προγράμματος”, ένα έργο που είχε σκηνοθετηθεί και επί κυβερνήσεως ν.δ. το 2014. Η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού κράτους από κατευθυνόμενους οίκους αξιολόγησης δεν ήταν παρά μια κατασκευασμένη επιχείρηση για να τονωθεί η αυτοπεποίθηση των επενδυτών και να μεταπωληθούν σε σύντομο χρόνο οι αγορασμένοι από hedge fund χάρτινοι τίτλοι-σκουπίδια με στόχο μια άμεση κερδοφορία. Κανένα επενδυτικό σχήμα δεν θα ρίσκαρε την αγορά και διατήρηση ελληνικών ομολόγων-κρατικού χρέους για μεγάλο χρονικό διάστημα και σε αυτή την κατεύθυνση η καλλιέργεια κλίματος ασφάλειας και “ψυχολογικής ντόπας” των επενδυτών, ώθησε σε μια πλασματική ανοδικότητα για να υπάρξει άμεση μεταπώληση και γρήγορο κέρδος. Τις “διαβεβαιώσεις” ότι τα ελληνικά ομόλογα αποτελούν μια αξιόπιστη και χαμηλού κινδύνου αγορά (!) δεν μπορεί να τις υπολογίσει κανένας, τα επενδυτικά κεφάλαια γνωρίζουν πολύ καλά ότι όσο πιο γρήγορα τα ξεφορτωθούν, τόσο πιο γρήγορα θα αποδεσμευτούν από την τοξικότητά τους.

Επιπροσθέτως, είναι σημαντικό να τονιστεί ότι το χρονικό διάστημα μεταξύ του τέλους της 3ης δανειακής σύμβασης και της υπογραφής της επόμενης (υπό την όποια μορφή) δεν ισοδυναμεί με μια πρόσκαιρη μνημονιακή παύση, καθώς όλοι οι εφαρμοστικοί μνημονιακοί νόμοι παραμένουν ανέπαφοι, η πορεία της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας βρίσκεται σταθερά υπό δημοσιονομική επιτήρηση και ταυτόχρονα έχουν διαμορφωθεί οι απαιτούμενοι (διαρκείς) μηχανισμοί δημοσιονομικού ελέγχου και άμεσης παρέμβασης (βλ. «αυτόματος κόφτης») διασφαλίζοντας πως οι όποιες αποκλίσεις από τους στόχους των υψηλών πλεονασμάτων θα αντιμετωπίζονται με επιπρόσθετα προσαρμοστικά μέτρα και ανεξαρτήτου πολιτικής βούλησης. Μέτρα-ασπίδες για την διαιώνιση των μνημονιακών πολιτικών και την μεταβίβαση της κρίσης από το καπιταλιστικό σύστημα στην κοινωνική βάση. Και τα επόμενα έπονται.

Τα μνημόνια δεν κατάφεραν ούτε και πρόκειται να διευθετήσουν το κρατικό χρέος και συνταγές στο πλαίσιο της αστικής διαχείρισης που να ευνοούν την κοινωνική βάση δεν υπάρχουν. Κανένα χρέος δεν μπορεί να διαγραφεί και καμία μελλοντική έξοδος από την ζώνη του ευρώ με πρωτοβουλία της αστικής τάξης δεν θα συμβάλλει στην ανακούφιση της τάξης μας. Καμία νομισματική μετάβαση σε μια υποτιμημένη δραχμή δεν θα είναι προς όφελος μας. Ακόμα και σε αυτό το ενδεχόμενο η μεταβίβαση του χρέους στο αγγλικό δίκαιο θωρακίζει τους δανειοδότες και η αποπληρωμή του χρέους θα αποτελεί δέσμευση. Καμία καθεστωτική πολιτική δύναμη δεν μπορεί να εγγυηθεί την επιστροφή στην κανονικότητα και την επαναφορά της επίπλαστης κοινωνικής ευημερίας. Το σύστημα δεν εξανθρωπίζεται και ειδικά σε καιρούς κρίσης όπως αυτούς που διανύουμε, η διάχυση αυταπατών από ρεφορμιστικές δυνάμεις για εξωραϊσμό του καπιταλισμού και του κράτους είναι αναγκαίο να αποδομηθεί. Όσοι ακόμα διαλαλούν ότι η επιμονή στην αναγκαιότητα της κοινωνικής επανάστασης αγνοεί την δυνατότητα “νικών” στο εδώ και τώρα, όσοι ακόμα επιμένουν ότι η επανάσταση δεν είναι ρεαλιστική προοπτική και ότι θα πρέπει να εστιάσουμε σε μικρούς, επιμέρους “εφικτούς στόχους” χωρίς να αμφισβητούμε την αστική ηγεμονία, καλά θα κάνουν να αναστοχαστούν. Η ιστορία τους έχει ήδη ξεγράψει.

Σε παγκόσμιο επίπεδο, ο οικονομικός πόλεμος στα παραγωγικά κοινωνικά στρώματα, οι διακρατικοί ανταγωνισμοί, τα διπλωματικά επεισόδια, οι στρατιωτικές συρράξεις, οι κοινωνικές αναταραχές, η αναβάθμιση των τεχνικών κοινωνικού ελέγχου, οι ολοκληρωτικές πολιτικές διαχείρισης των περισσευούμενων πληθυσμών, έχουν μετατρέψει τον πλανήτη σε ένα καζάνι που βράζει. Η ιστορική περίοδος που διανύουμε χαρακτηρίζεται από αβεβαιότητα και προεικονίζει μεγάλες κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις. Η συνθήκη της παγκόσμιας κρίσης όχι μόνο δεν αποτέλεσε παρελθόν, αντίθετα η παγίωση της διαμορφώνει συνεχώς νέους όρους καταδυνάστευσης των υποτελών τάξεων. Τα σχέδια αναπροσαρμογής του συστήματος στα νέα δεδομένα που η κρίση αναδεικνύει παραμένουν ανίσχυρα στο να αντικρούσουν τον δομικό της χαρακτήρα. Τα έως τώρα αντίδοτα για τον περιορισμό της καταστρεπτικής δυναμικής της δεν περιορίζουν αλλά υποδαυλίζουν το πρόβλημα μετακυλίοντας την έκρηξη του στο μέλλον. Ο μεγάλος βαθμός αλληλεξάρτησης των καπιταλιστικών λειτουργιών και ο διεθνοποιημένος χαρακτήρας των αγορών μεταφέρουν κάθε πληγή του οικοδομήματος από το κέντρο στην περιφέρεια με αστραπιαίες ταχύτητες και ενεργοποιούν ένα “φαινόμενο πεταλούδας” βυθίζοντας το σύστημα σε πολλαπλά αδιέξοδα. Αλυσιδωτά επεισόδια της κρίσης θα εκδηλωθούν το επόμενο διάστημα και νέες οικονομικές καταρρεύσεις θα μεγεθύνουν τα καπιταλιστικά αδιέξοδα. Τα αδιέξοδα αυτά που γεννιούνται στην εποχή μας θα σημάνουν την πυροδότηση μεγάλου βεληνεκούς αναδιαρθρώσεων, τα οποία ήδη βρίσκονται σε ένα πρωταρχικό στάδιο πολιτικών, οικονομικών και γεωπολιτικών ανακατατάξεων με σοβαρό υλικό αντίκρισμα στις κοινωνίες. Το ξαναμοίρασμα της γης θα αποδειχθεί στο μέλλον ως τελευταίο χαρτί για τις αστικές τάξεις και τα διακρατικά μπλοκ. Μια απαραίτητη διαφυγή για να πληρώσουν οι προλετάριοι/ες την κρίση τους, για να υπάρξουν νικητές και νικημένοι (και) στο στρατόπεδο τους. Η τελική έκβαση, το τελικό στάδιο αυτού του ταξικού και κοινωνικού πολέμου που σήμερα γίνεται όλο και πιο αδυσώπητος δεν διαγράφεται ντεντερμινιστικά στον κοινωνικό ορίζοντα. Είναι ένα ανοιχτό στοίχημα. Ένα στοίχημα που επιτάσσεται να κερδίσουμε.

Μέσα σε αυτό το εκρηκτικό περιβάλλον, ο αγώνας για την κοινωνική επανάσταση αποτελεί μονόδρομο. Είναι η μόνη ρεαλιστική προοπτική για την κοινωνική απελευθέρωση, για να μην περάσει η σύγχρονη τυραννία και να μην ζήσουμε σαν δούλοι/ες. Είναι ζητούμενο σήμερα να μετατρέψουμε την συστημική κρίση σε κρίση κοινωνικής νομιμοποίησης του καπιταλισμού και του κράτους και να βάλουμε μπροστά την εφαρμογή ενός επαναστατικού σχεδιασμού για την ανατροπή και το πέρασμα στην αναρχία. Για την επαναστατική προοπτική και την οικοδόμηση της ακρατικής και αταξικής κοινωνίας είναι επιβεβλημένο να οργανωθούμε με όσο το δυνατών πιο βαθιά ιδεολογική, πολιτική και τακτική ενότητα. Να κάνουμε τις ιδέες και τα προτάγματα μας κοινωνικά ισχυρά, καταθέτοντας μια επαναστατική αναρχική προτάση στα καταπιεσμένα κοινωνικά στρώματα για την ανατροπή του υπάρχοντος και την αντικατάσταση του απ’ το μοντέλο οργάνωσης της κοινωνίας το οποίο προτάσσουμε. Να παρέμβουμε στους χώρους δουλειάς, τις γειτονιές, τα πανεπιστήμια και τα σχολεία και να οικοδομήσουμε ισχυρές οργανωτικές ενώσεις. Να προωθήσουμε ένα διττό μοντέλο, (ταξικό και πολιτικό) για την οργάνωση των καταπιεσμένων και εκμεταλλευομένων. Να δώσουμε μάχες σε όλα τα επίπεδα, για την αναζωπύρωση των κοινωνικών και ταξικών αγώνων, για να αποτελέσουν ξανά φάρο ελπίδας της υποδουλωμένης ανθρωπότητας. Να οργανώσουμε ένα επαναστατικό κίνημα που θα ανοίξει τον δρόμο για την ελευθερία, την ισότητα, την κοινοκτημοσύνη, την δημιουργία εκείνου του κόσμου όπου καύσιμο της κοινωνικής ανάπτυξης θα είναι η αλληλοβοήθεια και όχι ο ανταγωνισμός.

Συνοψίζοντας. Η εργατική πρωτομαγιά είναι μια ημέρα μάχης των εκμεταλλευομένων προλετάριών όλου του πλανήτη. Ένα ραντεβού στους δρόμους του αγώνα και της ταξικής πάλης. Απέναντι στο σκοτάδι της λήθης, τα δικά μας ιστορικά ορόσημα είναι προς υπεράσπιση. Οι μικρές και μεγάλες νίκες του εργατικού κινήματος του παρελθόντος, σήμερα γκρεμίζονται. Στο χέρι μας είναι, οι νέες εργατικές διεκδικήσεις να στεφθούν νικηφόρες, με το τράβηγμα τους ένα βήμα μπροστά, στην στρατηγική κατεύθυνση της επανάστασης. Για να πάρουν οριστικά τον πλούτο, αυτοί και αυτές που τον παράγουν. Η οπισθοχώρηση των αγώνων, η κοινωνία νηνεμία της εποχής, οι αρνητικοί συσχετισμοί δυνάμεων δεν είναι δικαιολογία αποστράτευσης και παραίτησης. Είναι έναυσμα ανασύνταξης, εφαλτήριο αντεπίθεσης. Στους δρόμους και στα οδοφράγματα θα συναντηθούμε ξανά. Μέχρι η επανάσταση να συντρίψει τον κόσμο της βαρβαρότητας, πίστη στην υπόθεση, αφοσίωση στον αγώνα. Το δίκιο θα νικήσει.

ΑΝΑΡΧΙΚΗ ΠΡΩΤΟΜΑΓΙΑ, ΠΟΛΕΜΟ ΣΕ ΚΡΑΤΟΣ ΚΑΙ ΑΦΕΝΤΙΚΑ

ΕΜΠΡΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΟΙΚΟΔΟΜΗΣΗ ΕΝΟΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΤΙΚΟΥ ΚΙΝΗΜΑΤΟΣ

ΟΡΓΑΝΩΣΗ ΚΑΙ ΑΓΩΝΑΣ ΓΙΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣΜΑ ΣΤΗΝ ΑΚΡΑΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΤΑΞΙΚΗ ΚΟΙΝΩΝΙΑ

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.