Σημειώσεις για την 17 Νοέμβρη και κάλεσμα αντίστασης

Δεν είναι η πρώτη φορά, που η εξέγερση του 1973 ανάγεται σε αντικείμενο κτήσης και ποθητό λάφυρο αστικών ανταγωνιστών. Τα “ιδεολογικά άβατα” με τα “δημοκρατικά πολυτεχνεία” ακονίζουν και πάλι τα ξίφη τους σε επουσιώδεις διαμάχες και ιλαρούς κοινοβουλευτικούς διαπληκτισμούς, ανάμεσα σε αναίσχυντους πολιτικούς παραμυθάδες της “μεταπολίτευσης”. Θα ήταν περιττό να σχολιάσουμε επί μακρόν τις δηλώσεις του πρωθυπουργού για την πολυπαραταξιακή σύνθεση των εξεγερμένων. Η εξουσιαστική αυθάδεια όταν συναντιέται με την ιστορική χυδαιότητα εκκρίνει δυσοσμίες στις οποίες ο ανθρώπινος οργανισμός δεν έχει αποκτήσει επαρκή αντισώματα για να αποκρούσει τις βδελυρές τους συνέπειες.

Όλες αυτές τις ημέρες επ’ αφορμή των δηλώσεων κυκλοφορούν ευφάνταστες και δη εύστοχες εικονογραφίες στο διαδίκτυο που απεικονίζουν τις θέσεις των δεξιών τις ημέρες της εξέγερσης: στις ερπύστριες, στα αστυνομικά μπλόκα, στα κυνηγητά αντιστασιακών. Αυτό είναι το ένα μέρος της ιστορικής αλήθειας. Οι εντολοδόχοι της δικτατορικής εξουσίας είχαν αφειδώς την υποστήριξη και μιας πλατιάς μάζας δεξιών ακολούθων, ενσυνείδητα υποταγμένων στο καθεστώς, που προέτρεπαν σαδιστικά να χυθεί “αναρχοκομμουνιστικό” αίμα. Ποιες είναι άραγε οι διαφορές με τους σημερινούς δουλοπρεπείς χειροκροτητές που ζητωκραυγάζουν όποτε πραγματοποιούνται αστυνομικές επιχειρήσεις στα πανεπιστήμια, στις καταλήψεις, στις διαδηλώσεις και αιτούνται παραπάνω βία, επιπλέον αίμα, πολυετείς αιχμαλωσίες; Οι ρουφιάνοι πάντα υπήρχαν και πάντα θα υπάρχουν. Το ίδιο και οι ευκολόπιστοι που ενισχύουν εξουσίες που κάθονται στο σβέρκο τους και τους ζημιώνουν αδίστακτα.

Το κυβερνών κόμμα έχει αναμφίβολα μια μακρά παράδοση στην συσπείρωση ανάλογων ακολούθων. Δίκαια αξιώνει τον τίτλο της “εθνικής φιλελεύθερης παράταξης”, αν και ο φιλελεύθερος προσδιορισμός είναι ιστορικά μεταγενέστερος. Οι καταγωγικές ρίζες του μορφώματος εντοπίζονται στα μακρινά βάθη της μεταξικής περιόδου, εκτείνονται στις παρυφές του εμφυλίου, διαπερνούν τα σκιώδη μετεμφυλιακά χρόνια και διαχέονται στην δικτατορική επταετία. Η Νέα Δημοκρατία της μεταπολίτευσης αναδύεται ως εκπρόσωπος των πλέον αντιδραστικών τμημάτων της ελληνικής κοινωνίας, εγκολπώνει τα χουντικά, βασιλικά και ακροδεξιά απομεινάρια της περιόδου του εμφυλίου και των συνταγματαρχών και εξελίσσεται σε ένα ευρύ φιλεύσπλαχνο καταφύγιο της μεγάλης “δεξιάς οικογένειας”. Από τα τέλη του 80’ αρχίζει η σταδιακή φιλελεύθερη μεταμόρφωση και μετουσιώνεται σε ένα πολυτασικό κόμμα που ευθυγραμμίζεται με τα ευρωπαϊκά πρότυπα και υιοθετεί στην πολιτική ατζέντα τις νεοφιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις συμβαδίζοντας με τις διεθνείς καπιταλιστικές επιταγές.

Τα ριζώματα του κυβερνώντος κόμματος στην ελληνική κοινωνία είναι βαθιά. Η σταθερή δυναμική της Ν.Δ. και η πολιτική της επιβίωση κατά τα μνημονιακά χρόνια το επιβεβαιώνει. Εν αντιθέσει με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που αποτυπώνουν μια πλασματική δύναμη ως απόρροια εγκλωβισμού των λαϊκών μαζών και εν τέλει ανεβοκατεβαίνουν στον πολιτικό χάρτη, εξαφανίζονται (βλ.ΠΑΣΟΚ) ή αξιοποιούνται σε καιρούς πόλωσης για την αναμόρφωση του αστικού πολιτικού συστήματος και την δικομματική ανανέωση (βλ.ΣΥΡΙΖΑ), η δεξιά παράταξη αντανακλά μια καθόλα υπαρκτή κοινωνική δυναμική συσπείρωσης. Πέραν των ακροδεξιών ακολούθων που περιγράψαμε, τα αντιδραστικά μεσοστρώματα και τις τάξεις των κεφαλαιοκρατών, γύρω από την Ν.Δ. εγκλωβίζονται παραδοσιακά και πολιτικά αμαθή εργατικά στρώματα, μερίδες της αγροτιάς και σε χαμηλότερο ποσοστό νεολαίοι που κληρονομούν την ψήφο και την διαιωνίζουν λειτουργώντας υπονομευτικά στα ίδια τους τα ταξικά και κοινωνικά συμφέροντα. Με αυτούς τους ανθρώπους δεν έχουμε στην ουσία τίποτα να χωρίσουμε. Γι’ αυτό και οι επιλογές τους, μας βλάπτουν εξίσου.

Ο πολιτικά ανενεργός γηραιός πληθυσμός που εμφορείται από ακαλλιέργητες συντηρητικές ιδέες και οι αμαθείς ψηφοφόροι που στηρίζουν την Ν.Δ., αποτελούν ένα κοινωνικά ακίνδυνο σώμα που η επιρροή τους βαραίνει αποκλειστικά τον εκλογικό χάρτη, κάτι που ως αντικοινοβουλευτικούς δεν μας απασχολεί. Σε μια μεγάλη, εκρηκτική και αιφνίδια ανατροπή των συσχετισμών ταξικής και πολιτικής δύναμης δεν θα έχουν ιδιαίτερο ρόλο. Ένα σπουδαίο επίτευγμα θα είναι η πολιτικοποίηση και πρωτίστως η κοινωνική συνειδητοποίηση των πολιτικά “αμαθών” (apolitic) στον βαθμό που επιτευχθεί, κυρίως για τους ίδιους, αφού θα αναγνωρίσουν την κοινωνική τους θέση. Παραπέρα, η ουδετεροποίηση των κατεστραμμένων από την συστημική κρίση μεσοστρωμάτων που ακολουθούν την εν λόγω παράταξη, είναι σχεδόν βέβαιη. Η οικονομική θηλιά και ο στραγγαλισμός της “ιδιωτικής πρωτοβουλίας” θα επιφέρει την επίγνωση της μονιμότητας της καπιταλιστικής κρίσης και θα οδηγήσει σε αγανάκτηση. Στο πρόσφατο παρελθόν, κινητοποιήσεις καταστηματαρχών ενάντια στα lock down υποστηρίχθηκαν ενεργά από φασιστικές γκρούπες που έγιναν αποδεκτές με επευφημίες. Στο πρώτο επεισόδιο της εγχώριας οικονομικής κρίσης το 2010-2012 ένα μέρος της καταρρέουσας μικροαστικής τάξης ενήργησε συμμαχικά στο πλευρό του προλεταριάτου από την σκοπιά των ταξικών του συμφερόντων και ένα άλλο, ασφαλώς μεγαλύτερο, στρατεύτηκε με την πλευρά αντιδραστικών αστικών δυνάμεων (π.χ. χρυσή αυγή).

Ανάμεσα στο μικροαστικό στοιχείο συνυπάρχουν οι δύο κόσμοι της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας: το κεφάλαιο και η εργασία. Η ισορροπία μεταξύ των δύο κόσμων αντανακλά την θέση των μικροαστικών στρωμάτων μέσα στην ταξική δόμηση. Ο ρόλος τους στην κοινωνική παραγωγή τα κατατάσσει σε μια ενδιάμεση θέση της ταξικής πυραμίδας, ανάμεσα στις παραγωγικές δυνάμεις και τις μη παραγωγικές, που καρπώνονται τα οφέλη της εργασίας. Οι ειδικές κατηγοριοποιήσεις αυτής της ιδιάζουσας κοινωνικής τάξης που διογκώνεται ή συρρικνώνεται ανάλογα με τον βαθμό καπιταλιστικής ανάπτυξης, προκύπτουν αντικειμενικά από την ιδιαίτερη θέση τους. Η μικροαστική ή μεσαία τάξη δεν καρπώνεται υπεραξία στο σύνολο της. Αυτή η συνθήκη είναι καταλυτική στην ταξική συνειδησιακή διαμόρφωση των μικροαστικών στρωμάτων κατά την φάση της προλεταριοποιήσης. Είναι ιστορικά επιβεβαιωμένο ότι η μικροαστική τάξη σε καιρούς κρίσης εκτός απ΄το ότι καταστρέφεται, παρουσιάζει τάσεις ριζοσπαστικές (συνήθως προς τις ακροδεξιές εκφράσεις του πολιτικού χάρτη), πολλές φορές μάλιστα και πιο αυξημένες απ’ ότι η ίδια η εργατική τάξη, αν αυτή προηγουμένως δεν έχει αναπτύξει πολιτικά, έστω σε εμβρυακό στάδιο, την ταξική της ταυτότητα. Σε στιγμές κρίσης, φτώχειας και δύσκολων αποφάσεων, η εργατική τάξη εύκολα παγιδεύεται, εγκλωβίζεται και δυσκολεύεται στην εξωτερίκευση της εσωτερικής της ζωντάνιας προς την αυτοτελή, ακηδεμόνευτη και ελευθεριακή της οργάνωση. Αυτή η διαπίστωση, δεν πρέπει να προκαλεί έλλειψη εμπιστοσύνης στην εργατική τάξη και την δική της αυτενέργεια. Η διάρρηξη των δεσμών της εργατικής τάξης με τον οργανωμένο αναρχισμό έχει δύο τινά: ή την περιθωριοποίηση των αναρχικών από την ίδια τους την τάξη ή τον ελιτισμό τους απέναντι στην τάξη, έξω και πάνω από αυτήν. Το αποτέλεσμα ενός τέτοιου σχίσματος έχει οδυνηρές συνέπειες στην ταξική πάλη και τον αναρχικό αγώνα, ισοδυναμεί με τεράστιες ήττες.

Εν συνεχεία, υπογραμμίζουμε ότι τα εκφασισμένα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας ανέκαθεν βρίσκονταν στους κόλπους της Ν.Δ. Πάντα ενεργούσαν με έναν τυχοδιωκτικό και καιροσκοπικό τρόπο. Για δεκαετίες, δεν εγκατέλειπαν την αγκαλιά του κόμματος. Μπορεί να τους προκαλούσε την δυσπιστία, την αμηχανία, πολλές φορές την αγανάκτηση η φιλελεύθερη μεταμόρφωση, η συμπόρευση με τις διακηρύξεις της παγκοσμιοποίησης και η οικονομική του ατζέντα, εντούτοις, σε εκλογικό επίπεδο παρέμεναν πιστά, προσδοκώντας να ανακόψουν την δυναμική του ΠΑΣΟΚ. Με απλά λόγια, η λογική του “μικρότερου κακού”. Τα πιο ιδεολογικοποιημένα τμήματα αυτής της ακροδεξιάς μάζας (εθνικιστές, φασίστες κ.λ.π.) άνηκαν στους αντίστοιχους φορείς και αριθμούσαν μια ασήμαντη χούφτα, όπως και σήμερα. Παρόλα αυτά, λίγο πριν το μεγάλο ξέσπασμα της ελληνικής κρίσης χρέους, ακροδεξιές δυνάμεις αρχίζουν να απειλούν την Ν.Δ.. Αρχίζει να φθείρεται από τα δεξιά και να μετράει απώλειες (υπάρχουν και προηγούμενα λιγότερο σημαντικά παραδείγματα, όπως π.χ. η αποστασία Σαμαρά και η δημιουργία της “Πολιτικής Άνοιξης”). Πρώτα το κόμμα του Καρατζαφέρη, ενός δικού της παιδιού, κάνει την εμφάνιση του στην κεντρική πολιτική σκηνή και αποσπάει ένα μεγάλο μέρος ακροδεξιών ψηφοφόρων. Λίγα χρόνια πιο μετά κι ενώ η κρίση έχει ξεσπάσει και οι πολιτικές αντιμετώπισης της έχουν γονατίσει τον εργαζόμενο λαό, το ΛΑΟΣ αφομοιώνεται από την Ν.Δ. και αναδύεται το φασιστικό μόρφωμα του Μιχαλολιάκου ως τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη. Προηγουμένως ΝΔ-ΛΑΟΣ έχουν συγκυβερνήσει και έχουν επικυρώσει μνημόνιο. Στις αστικές κοινοβουλευτικές εκλογές του 2019 η Χρυσή Αυγή καταρρέει και χιλιάδες ψηφοφόροι επιστρέφουν στην γαλάζια πολυκατοικία. Ταυτόχρονα καταρρέουν και οι δεξιοί συγκυβερνήτες του ΣΥΡΙΖΑ οι ΑΝ.ΕΛ., το κόμμα του Καμένου, ενός ακόμη παιδιού της Ν.Δ.. Το μεγαλύτερο μέρος των ψηφοφόρων του μετατοπίζεται στον γραφικό τηλε-μαϊντανό Βελόπουλο.

Όλα αυτά τα παραδείγματα εκλογικών μετακινήσεων της ακροδεξιάς μάζας, έχουν σκοπό να αναδείξουν αφενός την ρευστή και ευμετάβλητη ιδεολογική της συγκρότηση και αφετέρου την κεντρική δεξαμενή της που δεν είναι άλλη από το κυβερνών κόμμα. Η πολιτική παράδοση και οι βαθιές κοινωνικές ρίζες της δεξιάς παράταξης θα παραμείνουν και μετά την αποχώρηση της από την κυβέρνηση, όποτε κι αν αυτή συμβεί. Στο μέλλον, ως αντιπολίτευση, θα λειτουργήσει και πάλι ως “σφουγγάρι” του ακροδεξιού και συντηρητικού εκλογικού κοινωνικού σώματος διαλύοντας πολιτικούς φορείς (υπάρχοντες ή μελλοντικούς) στα δεξιά της, όπως έχει αποτελεσματικά κάνει μέχρι σήμερα. Η Νέα Δημοκρατία θα βρίσκεται στην πρώτη γραμμή υπεράσπισης των καπιταλιστικών συμφερόντων, είτε σε καιρούς “δημοκρατικής ομαλότητας”, είτε σε περιόδους “έκτακτης ανάγκης”. Το ίδιο και σε επαναστατικές συνθήκες. Οι τίτλοι τέλους της θα μπουν με τον επαναστατικό λαϊκό ξεσηκωμό, την ανατροπή του οικονομικού και πολιτικού καθεστώτος και την ελευθεριακή, ακρατική, αταξική ανοικοδόμηση της κοινωνίας. Η εκρίζωση του αστικού κόμματος και η τελική του τιμωρία θα είναι επαναστατική και ταυτόχρονα κοινωνική. Άλλωστε αυτά είναι αξεδιάλυτα.

Το ξερίζωμα ιστορικών παραδόσεων, ζωνών επιρροής και κοινωνικών τάσεων απαιτεί συστηματικό αγώνα, επίμονη ιδεολογική δουλειά και αφοσιωμένη εργασία μέσα στον λαό. Οι φοιτητικές δυνάμεις στα πανεπιστήμια έχουν άμεσο καθήκον να πετάξουν την Δ.Α.Π. εκτός της φοιτητικής κοινότητας για να σταματήσει αυτή η παρασιτική καθεστωτική κλίκα να δηλητηριάζει την ελληνική νεολαία. Οι αναρχικοί φοιτητές/τριες και οι οργανώσεις τους στα πανεπιστήμια οφείλουν να πρωταγωνιστήσουν σε αυτή την υπόθεση. Συγχρόνως, επιτάσσεται να προτάξουν ένα θετικό πρόγραμμα για την αλλαγή των συσχετισμών στο φοιτητικό κίνημα, διαδίδοντας τον αναρχισμό, συμμετέχοντας μαχητικά στις διεκδικήσεις και τα αιτήματα της φοιτητικής βάσης, πρωτοστατώντας στην δημιουργία αυτοδιευθυνόμενων οργάνων συλλογικοποίησης των φοιτητών/τριων. Η δουλειά μέσα στην νεολαία, που δεν αποτελεί ξεχωριστό κοινωνικό υποκείμενο παρά αντανακλά τον ταξικό χωρισμό της κοινωνίας, είναι ζωτικής σημασίας για έναν βαθύ και πλατύ μετασχηματισμό της υπάρχουσας κοινωνικής κατάστασης.

Κλείνοντας το κεφάλαιο της Ν.Δ. και τις πλατιές συλλογιστικές γενικεύσεις που το συνόδεψαν, θα είχε τώρα ένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον να αφιερώσουμε μια ειδική μνεία στον ρόλο της αριστεράς μέσα στα γεγονότα του Πολυτεχνείου. Οι εικονογραφίες, η πηγή έμπνευσης δηλαδή, για την εκκίνηση των παραπάνω στοχασμών και αναλύσεων, εξαντλήθηκαν στους “δεξιούς”. Αυτό, έχει διπλή ανάγνωση. Οι εικονογράφοι ή είχαν αριστερές καταβολές ή απλά έθεσαν ως προτεραιότητα να κεντροβαρίσουν στους δεξιούς. Η αναπαραγωγή των εικόνων από αναρχικούς κύκλους, σε μια συγκυρία οξυμένης αντιπαράθεσης με την δεξιά διακυβέρνηση, έστω κι αν αυτή η αντιπαράθεση διεξάγεται συντριπτικά μονομερώς και λιγότερο διαλεκτικά, έχει εμφανή εξήγηση αλλά δεν την συμμεριζόμαστε απόλυτα. Οι αντι-δεξιές εμμονές σε αυτές τις περιπτώσεις ενισχύουν τις αριστερές καπηλείες και τα αριστερά πλυντήρια. Τα σοσιαλδημοκρατικά και τα κομμουνιστικά κόμματα ήταν είναι και θα είναι εχθροί του λαού, εχθροί της ανεξαρτησίας της εργατικής τάξης, πολέμιοι της κοινωνικής ελευθερίας. Τα διδάγματα της παγκόσμιας ιστορίας θα πρέπει να γίνουν οδοδείκτες όλων των λαών, όλων των εργατικών τάξεων του κόσμου και του αγώνα τους. Οι αναρχικοί/ες ποτέ δεν θα γίνουν σύμμαχοι των επίδοξων εξουσιαστών των εργαζομένων. Ας κάνουμε μια σύντομη ιστορική περιήγηση.

Στις 14 Νοεμβρίου του 1973, αστυνομικές δυνάμεις διαπληκτίζονται με φοιτητές στο πολυτεχνείο και ξεσπούν επεισόδια. Με την διάδοση του νέου, 1000 φοιτητές/τριες ξεκινούν αντανακλαστικά από την Νομική Σχολή υπό την μορφή διαδήλωσης για να προσεγγίσουν το ίδρυμα. Η πορεία δέχεται σφοδρή κατασταλτική επίθεση. Εξελίσσονται συγκρούσεις και κυνηγητά. Πολλοί φοιτητές διαφεύγουν και εισέρχονται εντός του πολυτεχνείου. Η κατάληψη αρχίζει.

Αναμφίβολα, η κατάληψη αυτή δεν ήταν τόσο ξαφνική όπως φαινομενικά συμπεραίνεται στο ιστορικό ντοκουμέντο, ούτε εκδηλώθηκε σε νεκρό χρόνο. Γενικές απεργίες, διαδηλώσεις και αναταραχές είχαν δυναμιτίσει το κλίμα που μύριζε μπαρούτι. Σε ορισμένα παραδείγματα, φοιτητικά αιτήματα έγιναν αποδεκτά προς άμβλυνση των εντάσεων. Τα κόμματα της αριστεράς, όπως το ΠΑΚ (μετέπειτα ΠΑΣΟΚ) το σταλινικό ΚΚΕ και το ΚΚΕ εσωτερικού, αναμένοντας την επαναφορά της δημοκρατικής ομαλότητας, ήθελαν να αποφύγουν κάθε αντιπαράθεση. Εκείνη την εποχή, συντελείται μια “φιλελευθεροποίηση” του καθεστώτος. Οι ηγέτες της αριστεράς, αξίωναν τον ρόλο του στυλοβάτη σε αυτή την μετάβαση. Με δυο λόγια, ήταν έτοιμοι να προδώσουν κάθε λαϊκή εξέγερση και παράλληλα να συμβάλλουν στην αλλαγή των προσώπων της αστικής εξουσίας, σε μια εναλλαγή τυράννων.

Οι διαδηλωτές/τριες που κατέφυγαν στο πολυτεχνείο αναζητώντας άσυλο στις 14 του Νοέμβρη, ήταν οι “350 προβοκάτορες της ΚΥΠ” σύμφωνα με ανακοίνωση της “Πανσπουδαστικής” του ΚΚΕ. Οι κυνηγημένοι φοιτητές, χαρακτηρίστηκαν ως πράκτορες από το αντεπαναστατικό σταλινικό μόρφωμα, σε μια από τις γνωστές τακτικές αμαύρωσης αγωνιστών που πρώτο δίδαξε το ρωσικό μπολσεβίκικο Κ.Κ. και μετέπειτα υιοθέτησαν οι καρικατούρες του ανά τον κόσμο. Το ψέμα, η λάσπη και η παραπλάνηση είναι η δεύτερη φύση των μπολσεβίκικων μορφωμάτων. Ας παραθέσουμε αυτούσιο ένα μικρό απόσπασμα από την ανακοίνωση της φοιτητικής οργάνωσης του ΚΚΕ:

“Καταγγέλουμε τη προσχεδιασμένη εισβολή στον χώρο του πολυτεχνείου τη Τετάρτη, 14 του Νοέμβρη, 350 περίπου οργανωμένων πραχτόρων της ΚΥΠ, σύμφωνα με το προβοκατόρικο σχέδιο των Ρουφογάλη-Καραγιαννόπουλου, με βάση τις εντολές του παραμερισμένου τώρα τέως πρωτοδικτάτορα Παπαδόπουλου και της αμερικανικής CIA, με σκοπό να προβάλουν με κάθε μέσο τραμπουκισμού και προβοκάτσιας γελοία και αναρχικά συνθήματα και συνθήματα που δεν εκφράζανε την στιγμή και τις συγκεκριμένες δυνάμεις. ” .

Την επόμενη ημέρα, την νύχτα της 15ης του Νοέμβρη, με πρωτοβουλία εκπροσώπων του ΚΚΕ πραγματοποιήθηκε μια σύσκεψη στελεχών της αριστεράς. Το επίκεντρο της συζήτησης ήταν ένα: η διάλυση της κατάληψης του πολυτεχνείου! Μέρος στην σύσκεψη πήραν οι Ματζουράνης, Τσαφαράκης, Λαλιώτης, Τσούρας, Μαυρογένης κ.α. Ένας εκ των βασικών μετεχόντων, οργανωτής της σύσκεψης και τότε εκπρόσωπος του ΚΚΕ ήταν ο γνωστός Αλέκος Αλαβάνος. Αυτός που παρέδωσε την σκυτάλη του συνασπισμού στον Αλέξη Τσίπρα, τον επίσης γνωστό μνημονιακό πρωθυπουργό. Ας παραθέσουμε ένα ακόμη απόσπασμα που βρίσκεται κατατεθειμένο στο κείμενο “Η δράση των αναρχικών στα γεγονότα του Νοέμβρη του 1973” του συντρόφου Χρήστου Κωνσταντινίδη, ιδρυτή των ιστορικών αναρχικών εκδόσεων “Διεθνή Βιβλιοθήκη”:

“Σκοτεινές δυνάμεις εργάζονται για να εμποδίσουν την επάνοδο στη δημοκρατική ομαλότητα και οργανώνουν προκλήσεις για να δικαιολογήσουν την επιβολή στρατιωτικών μέτρων”. Η δήλωση αυτή, ανήκει στον Μπάμπη Δρακόπουλο, τον τότε γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Εσωτερικού.

Όλοι αυτοί οι προδότες της εξέγερσης του Πολυτεχνείου, οι καπηλευτές της λαϊκής αγωνίας για “Ψωμί – Παιδεία – Ελευθερία” υπήρξαν κατά τις δεκαετίες της μεταπολίτευσης χρήσιμοι αρωγοί στην αήθη απόπειρα ιστορικής μετατροπής μιας αυθεντικής κοινωνικής και ταξικής εξέγερσης σε “εθνική εορτή” του αστικού κράτους. Η αποσιώπηση των οδομαχιών και της βίας των εξεγερμένων, η παρουσίαση του κατειλημμένου πολυτεχνείου ως “ειρηνικής διαμαρτυρίας” είχε πάντα σαν στόχο να ανασκευάσει την πραγματική ιστορία σε εύπεπτους πλυντηριακούς για την “μεταπολίτευση” αστικούς μύθους. Η αριστερά της εποχής, οι ηγεσίες, οι αγκιτάτορες, οι καθοδηγητές των εγκλωβισμένων στους κόλπους του εξουσιαστικού κομμουνισμού εργατικών και νεολαιίστικων μαζών, είχαν τότε έναν πολύ αισχρό ρόλο. Ούτε λέρωσαν τα χέρια τους στις μάχες, ούτε πολιτικά στήριξαν τα γεγονότα. Εκ των υστέρων, έσπευσαν να τα κεφαλαιοποιήσουν. Ανάλογο βρώμικο ρόλο διαδραματίζουν και σήμερα αυτές οι δυνάμεις, είτε σαν αστικές κρατικές κυβερνήσεις (π.χ. ΣΥΡΙΖΑ) είτε σαν αναχώματα στην ταξική πάλη (π.χ. ΚΚΕ). Για την “εξωκοινοβουλευτική αριστερά”, την τάχα “επαναστατική αριστερά” του οπορτουνισμού, των “μεταβατικών προγραμμάτων” και των νεροκουβαλητών του ΣΥΡΙΖΑ, δεν θα αναλωθούμε στο παρόν.

Έτσι λοιπόν, εν έτη 2020, σε ένα κρεσέντο αστικοδημοκρατικής οικειοποίησης και ιστορικής μόλυνσης της λαϊκής εξέγερσης του πολυτεχνείου, οι όψιμοι καπηλευτές θεατρίνοι της αστικής πολιτικής εκτελούν από τα έδρανα της βουλής με υπερβάλλοντα ζήλο την ιστορική τους αποστολή: την εξαπάτηση της εργατικής τάξης, των λαϊκών στρωμάτων και της νεολαίας. Η κυβέρνηση προχωρά σε απαγορεύσεις και η αξιωματική αντιπολίτευση συνεπικουρεί στην εφαρμογή της ολοκληρωτικής κυβερνητικής ατζέντας. Την ίδια ώρα, το ΚΚΕ και το ΜΕΡΑ25 επιδίδονται σε κούφιες διακηρύξεις. Δεν θυμόμαστε άλλωστε τον μνημονιακό υπουργό οικονομικών του ΣΥΡΙΖΑ να παραιτείτε από τον υπουργικό θώκο και να διαμαρτύρεται όταν τα κρατικά τάγματα εφόδου του ΣΥΡΙΖΑ εισέβαλλαν στην κατάληψη πρυτανείας την άνοιξη του 15’. Άραγε η αστυνομική παραβίαση του πανεπιστημιακού ασύλου θυμίζει “άλλες εποχές” μόνο όταν παραγγέλνεται από δεξιές κυβερνήσεις;

Στο σήμερα, 47 χρόνια μετά, η υπεράσπιση της ιστορικής αλήθειας, η περιφρούρηση των νοημάτων και των συμβολισμών της εξέγερσης του 1973, η μεταφορά της αγωνιστικής εμπειρίας του παρελθόντος στο ιστορικό παρόν αποτελούν κρίσιμα διακυβεύματα. Στις 17 του Νοέμβρη θα είμαστε στους δρόμους σπάζοντας τις απαγορεύσεις, πολεμώντας την κρατική τρομοκρατία και διατρανώνοντας την ακατάσβεστη λαϊκή θέληση για ζωή και ελευθερία. Υπερασπιζόμενοι/ες το πολυτεχνείο όχι ως εθνική εορτή της δημοκρατίας, αλλά σαν ζωντανό σύμβολο της κοινωνικής και ταξικής αντίστασης.

Μην ξεχνάμε και μια ακόμη σημαντική ιστορική λεπτομέρεια. Η εξέγερση του 1973 σηματοδοτεί την εμφάνιση του αναρχισμού στο εγχώριο πολιτικό προσκήνιο. Για την ακρίβεια, του σύγχρονου αναρχισμού. Είναι ιστορικά καταγεγραμμένη η πρώιμη δραστηριότητα αναρχικών στην Πελοπόννησο του 19ου αιώνα, η συμμετοχή των πρωτοαναρχικών “ελευθεριακών σοσιαλιστών” στα διεθνή αναρχικά συνέδρια και η εκδοτική τους δραστηριότητα: εφημερίδες, βιβλία, έντυπα κ.λ.π. Η κατάληψη του πολυτεχνείου του 73’ αναζωπύρωσε την αναρχική παρουσία και έβαλε τα σπέρματα για την ανάπτυξη του σύγχρονου ελλαδικού αναρχικού κινήματος. Τα συνθήματα “κάτω η εξουσία”, “κάτω το κεφάλαιο”, “κοινωνική επανάσταση” κ.λ.π. προήλθαν από αναρχικούς, αντιεξουσιαστές και “ελευθεριάζοντες σοσιαλιστές”. Στο πολυτεχνείο του ‘73 έγιναν τα πρώτα βήματα της ελλαδικής εκδοχής του κινήματος μας, το οποίο ακόμη διαμορφώνεται, αμφιταλαντεύεται, αναζητεί την αυτοτελή του θέση μέσα στην ιστορία και τον κόσμο και που δεν θα αργήσει η στιγμή όπου θα σταθεί στα πόδια του, αποσκορακίζοντας βαρίδια που εμποδίζουν την ανάπτυξη, το μεγάλωμα, την ωρίμανση του.

Τα συνθήματα της εξέγερσης του πολυτεχνείου παραμένουν επίκαιρα. Η επικαιροποίηση των νοημάτων των εξεγέρσεων του παρελθόντος εναντιώνεται στην μουσειακή τους έκθεση και την εγκατάλειψη τους στην ιστορική λήθη, στην εγκατάλειψη σε ένα μακρινό “ένδοξο παρελθόν”. Η διατήρηση της μνήμης και η μεταλαμπάδευσή της είναι καθήκον ενός επαναστατικού κινήματος. Και η κριτική μνήμη, ένα χρήσιμο εργαλείο αποφυγής λαθών του παρελθόντος. Οι εξεγέρσεις αποτιμούνται και επαναξιολογούνται ως προς τις συνθήκες και τους τρόπους που εκδηλώθηκαν, τι κατάφεραν, τι άφησαν, τι παρέλειψαν. Η εξέταση των συνθηκών, του χαρακτήρα τους, των επιρροών τους, ο εντοπισμός παραλείψεων ή στρεβλώσεων βοηθά στην άντληση συμπερασμάτων για τους αγώνες του σήμερα.

Οι φετινές διαδηλώσεις της 17ης Νοέμβρη θα διεξαχθούν σε ένα πρωτόγνωρο περιβάλλον απαγορεύσεων, lock down και κρατικής καταστολής άλλων εποχών με την πρόσφατη ανακοίνωση της ΕΛ.ΑΣ σύμφωνα με την οποία “απαγορεύονται σε όλη την επικράτεια όλες οι δημόσιες υπαίθριες συναθροίσεις, στις οποίες συμμετέχουν 4 ή περισσότερα άτομα από τις 06:00 της 15ης Νοεμβρίου έως και τις 21:00 της 18ης Νοεμβρίου 2020” . Τα σενάρια είναι πολλά και όλα πιθανά. Δε θα τα καταγράψουμε. Ο κρατικός αυταρχισμός δεν πρέπει να αποτελεί παράγοντα τρόμου και αναστολής αγωνιστικών δραστηριοτήτων. Είναι αίτιο σφυρηλάτησης φρονημάτων και πλατιάς ανάπτυξης αγωνιστικών συνειδήσεων. Καμία απαγόρευση, καμία τρομοκράτηση, κανένας δισταγμός δεν θα κάμψει την μαζική κινητοποίηση, την ταξική πάλη των εργαζομένων και τον αναρχικό επαναστατικό αγώνα, αν εμείς οι ίδιοι/ες δεν εγκαταλείψουμε το αγωνιστικό μας φρόνημα. Αν στις 17 του Νοέμβρη, στην πόλη ηχεί βοή νεκροταφείου και κρατικοί θρίαμβοι, θα έχουμε όλοι και όλες τα αντίστοιχα μερίδια ευθύνης.

Πριν λίγες ημέρες, μια πρωτοβουλία συντρόφων/ισσών εισχώρησε στο Πολυτεχνείο και επιχείρησε να το κρατήσει ανοιχτό. Έσπασε τον φόβο και πέρασε το μήνυμα της αντίστασης. Αυτή η μικρή αυτοθυσία των συντροφισσών και των συντρόφων, το ρίσκο που ανέλαβαν, οι γροθιές που σήκωσαν απέναντι στον εχθρό, θα πρέπει να δώσει το παράδειγμα. Αυτές οι αγωνιστικές δράσεις, θα πρέπει να επιβραβεύονται και να αγκαλιάζονται. Να υποδεχόμαστε αυτές/ους που τις πράττουν ως νικητές/τριες. Και το λέμε χωρίς να υπερβάλλουμε ή να το διατυπώνουμε για λόγους ενθάρρυνσης και συμπαράστασης. Το πιστεύουμε. Οι σύντροφοι/ισσες νίκησαν! Και η απόδειξη, η υπεράσπιση, η δικαίωση αυτής της νίκης θα είναι η μεταφορά του αγωνιστικού πάθους στους δρόμους.

ΚΑΤΩ Η ΚΡΑΤΙΚΗ ΤΡΟΜΟΚΡΑΤΙΑ

ΒΙΑ ΣΤΗ ΒΙΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.