Με ένα διάγγελμα εξουσιαστικού ρεβανσισμού, που τοποθέτησε στο στόχαστρο κάθε αγώνα της πρώτης μνημονιακής περιόδου εξισώνοντας τον με το φασισμό και τον «λαϊκισμό», ο πρωθυπουργός Κ.Μητσοτάκης ανακοίνωσε το Σάββατο 20 Αυγούστου το «τέλος της ενισχυμένης εποπτείας» και το «τέλος των μνημονίων». Με απεριόριστο θράσος, βγήκε και μίλησε για «ανάπτυξη» και «δυνατότητες» της ελληνικής οικονομίας, την ώρα που ο πληθωρισμός έχει εκτιναχθεί στο 11% και θερίζει το λεηλατημένο λαϊκό εισόδημα, την ώρα που το δημόσιο χρέος είναι πολύ υψηλότερο από αυτό με το οποίο το ελληνικό κράτος εισήλθε στις δανειακές συμβάσεις και ενώ εδώ και τρία χρόνια τα αντεργατικά νομοσχέδια της κυβέρνησης έχουν τσακίσει κεκτημένα αιώνων. Και η λίστα δεν έχει τελειωμό.
Δεν είναι βέβαια η πρώτη φορά που πρωθυπουργικά χείλη ανακοινώνουν Αύγουστο μήνα μια δήθεν έξοδο από τα μνημόνια, λίγους μήνες πριν την διεξαγωγή εκλογών. Ο Κ.Μητσοτάκης ακολούθησε επικοινωνιακά πιστά τον προκάτοχό του Α.Τσίπρα, ο οποίος πρώτος ανακοίνωσε την «μεταμνημονιακή εποχή» με φόντο την πατρίδα του Οδυσσέα το καλοκαίρι του 2018. Με αυτή της την αντιγραφή και οριοθετώντας την «μνημονιακή περιόδο» στα 12 χρόνια, δηλαδή ως τον Αύγουστο του 2022 και όχι του 2018, η Νέα Δημοκρατία επιχειρεί να αποσπάσει από τον ΣΥΡΙΖΑ τον ισχυρισμό της «κυβέρνησης που έβγαλε την χώρα από τα μνημόνια». Ενόψει των εκλογών, τα δύο κόμματα εξουσίας συναγωνίζονται για την ανάδειξη του μεγαλύτερου ψεύτη, καθώς είναι γνωστό ότι τα μνημόνια, οι εφαρμοστικοί νόμοι, η δημοσιονομική εποπτεία, παραμένουν σε ισχύ για πολλές δεκαετίες παρά τα καθεστωτικά ψεύδη. Το μόνο δίλημμα των επόμενων εκλογών, είναι το ποια κυβέρνηση θα ψηφίσει τα νέα μνημόνια και όχι ποια, τάχα οδήγησε στην έξοδο από αυτά.
Οφείλουμε παρόλα αυτά να ομολογήσουμε, ότι ο πρωθυπουργός είχε δίκιο αναφορικά με την άνοδο των φασιστών και της σοσιαλδημοκρατίας (του «λαϊκισμού» κατ’ αυτόν) μέσα από τις πλατείες των αγανακτισμένων. Μόνο που σε αυτή την άνοδο οφείλεται και η δική του κυβερνητική θητεία, μιας και αυτές οι δυνάμεις θωράκισαν (με διαφορετικό τρόπο η κάθε μία) το σύστημα που ο ίδιος υπηρετεί, σε μια εποχή που ήταν – και είναι ακόμα- ευνοϊκή για την ανάπτυξη ενός επαναστατικού κινήματος ανατροπής. Αν δεν ενδυναμώνονταν αυτές οι δυνάμεις, αλλά γεννιόταν ένα επαναστατικό κίνημα μέσα από τους κοινωνικούς και ταξικούς αγώνες της εποχής, ο Μητσοτάκης και οι συν αυτόν, θα βρίσκονταν είτε στην εξορία (της οποίας ο Κούλης είναι και βαθύς γνώστης) είτε στην κρεμάλα. Θα είχαν σίγουρα βρεθεί εκεί που ένα επαναστατικό κίνημα με τον οργανωμένο αναρχισμό στην εμπροσθοφυλακή του, θα είχε πετάξει τα καθάρματα που βρέθηκαν στην εξουσία όλα αυτά τα χρόνια: στον σκουπιδοτενεκέ της ιστορίας.
Αλλά, «κοντός ψαλμός αλληλούια».
Πρωτοβουλία Αναρχικών Αγίων Αναργύρων – Καματερού