«Θα το επαναλαμβάνουμε για όσο χρειαστεί: ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα. Είναι αδιαχώριστα. Αν για την επίτευξη του σκοπού (τον υποτιθέμενο ξεριζωμό του φασισμού) πρέπει οι αναρχικοί να στρατευτούν με το “γράμμα του νόμου”, ας μην ξεριζωθεί ποτέ. Δεν έχουμε καμία αμφιβολία ότι αυτοί οι νόμοι μέσα από τους οποίους κάποιοι/ες αγωνιούν για καταδίκες, είναι το ίδιο επικίνδυνοι για την ανθρωπότητα. Και αντίστοιχα, δεν τρέφουμε καμία αυταπάτη ότι αυτοί οι νόμοι είναι ικανοί να ξεριζώσουν τον φασισμό, ακόμη και στο σενάριο μαζικών φυλακίσεων.»*
Έναν χρόνο μετά την δικαστική καταδίκη της Χρυσής Αυγής μπορούμε και εκ του αποτελέσματος να αποτιμήσουμε τι σήμαινε και τι όχι αυτή η απόφαση. Η μαζική φυλάκιση του «σκληρού πυρήνα» του νεοναζιστικού μορφώματος επ’ ουδενί δεν οδήγησε στην εκρίζωση του φασισμού από το κοινωνικό σώμα. Άλλωστε, η απουσία φασιστικής κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, η πολιτική περιθωριοποίηση της Χ.Α. και ο κατακερματισμός των φασιστικών ομάδων και οργανώσεων, γεγονότα που είχαν συντελεστεί και πριν την καταδικαστική απόφαση, είναι μια πραγματικότητα διόλου αρκετή για να καθαριστεί το φασιστικό δηλητήριο που έχει ποτίσει ένα υπολογίσιμο τμήμα του λαϊκού πληθυσμού από την προηγούμενη κυρίως δεκαετία. Και αυτό φάνηκε στην πράξη.
Τα φαινόμενα φασιστικής βίας συνεχίζουν να εκδηλώνονται μέσα στο αβέβαιο ιστορικό πλαίσιο της αξεπέραστης και οξυνόμενης καπιταλιστικής κρίσης και θα προσπαθούν διαρκώς να κερδίζουν χώρο στην κοινωνία, τις λαϊκές γειτονιές και την νεολαία. Οι πολιτικοί εκπρόσωποι αυτών των εκδηλώσεων θα επιδιώξουν την επαναφορά τους στο αστικό πολιτικό σύστημα που τα επόμενα χρόνια θα βρεθεί ξανά σε μια διαδικασία αποσύνθεσης ως προϊόν των έντονων ταξικών και κοινωνικών πολώσεων που θα προκύψουν. Ήδη, αυτό το διάστημα δεν γινόμαστε μάρτυρες μιας υλικής κοινωνικής αποτύπωσης της υποτιθέμενης «νίκης κατά του φασισμού» αλλά ενός νέου κύκλου φασιστικής βίας, πιο αποϊδεολογικοποιημένου σε σχέση με προγενέστερους, με ακόμη πιο ενισχυμένα στοιχεία ώσμωσης με τον οπαδισμό /χουλιγκανισμό και με ανησυχητική ενίσχυση από μικρά τμήματα πολιτικά αμόρφωτης νεολαίας. Αυτό το φαινόμενο τροφοδοτήθηκε από το «τείχος της δημοκρατίας» και της συνένωσης σχεδόν όλων κάτω από τα αστικοδημοκρατικά λάβαρα κάτι που συμβολικά έτεινε να παρομοιάζει με ένα γνωστό φασιστικό σύνθημα της Χ.Α. το οποίο βέβαια στην ουσία δεν έβαλλε εναντίον του συστήματος αλλά εναντίον μεγάλων κομματιών της κοινωνίας.
Συν τοις άλλοις, η απόφαση της 7ης Οκτωβρίου του 2020 κατόρθωσε να αυξήσει το ψευδοπροφίλ του «αντισυστημισμού» για τα νεοναζιστικά μορφώματα και τα εξόπλισε με επιχειρήματα άμεσα στρατολογούμενα για την προσέλκυση νέων υποψήφιων στελεχών «ταγμάτων εφόδου». Οι φασίστες, έτσι όπως αυτοπροματάρονται, δεν είναι πια αυτοί που ιστορικά πάντα ήταν (και είναι): οι ρουφιάνοι του συστήματος, «το μακρύ χέρι του μπάτσου», τα δουλικά του καπιταλισμού. Είναι οι «κυνηγημένοι» και «φυλακισμένοι εθνικιστές» που αντιμάχονται το σύστημα (sic). Ο μανδύας του «αντισυστημικού» πλέον έχει νομική κατοχύρωση. Κι αν αυτή δεν αρκεί για διψήφια εκλογικά ποσοστά, σίγουρα αρκεί για τις αγγελίες αναζήτησης νέων Ρουπακιάδων.
Στην πραγματικότητα, η δίκη της Χ.Α υπήρξε ένα καθαρτικό πλυντήριο της αστικής δημοκρατίας και δημιούργησε ένα ενδοαστικό και ενδοκοινοβουλευτικό παιχνίδι μέσα από το οποίο οι διάφοροι μνηστήρες προσπαθούν να καρπωθούν πολιτική υπεραξία από το θεσμικό “τσάκισμα” του φασισμού από το “δημοκρατικό τείχος”. Σ΄αυτό το παιχνίδι εμείς επιλέξαμε από την πρώτη στιγμή να μην γίνουμε κομπάρσοι υποστηρίζοντας την μία ή την άλλη πλευρά, καθώς το δίπολο και η διαμάχη φασισμού/δημοκρατικού τόξου δεν μας εμπεριέχει. Πρόκειται για ένα τεχνητό δίπολο το οποίο δεν μπορεί να απεικονίσει τις αντίθετες δυνάμεις μέσα στην κοινωνία και την ταξική πάλη παρά μόνο αντανακλά τις δύο όψεις της αστικής διαχείρισης, οι οποίες είναι άρρηκτα συνδεδεμένες η μία με την άλλη, αποτελώντας δύο όψεις του ίδιου νομίσματος. Από την πλευρά μας, δεν κλείνουμε το μάτι σε καμία.
Η αναγνώριση του τέλους της Χ.Α. από την δικαστική ετυμηγορία και η απόδοση ευσήμων στο κράτος και την Λεπενιώτη συνηγορούν στην άποψη πως δεν ήταν ο “μαχητικός αντιφασισμός” που την εξαφάνισε, αλλά η πολιτεία και οι θεσμοί της. Η παρουσίαση αυτής της απόφασης από “κινηματική σκοπιά” ως “αντιφασιστικής νίκης” στις δικαστικές αίθουσες καταλήγει να αποτελεί εκτός από μια παραπλανητική δικαίωση του αστικού κοινοβουλευτικού συστήματος, μια αυτοϋπονόμευση του ίδιου του αντιφασισμού που πρεσβεύουν όσοι την επικαλούνται.
Ο δικός μας αντιφασισμός είναι αντικρατικός και αντικαπιταλιστικός. Δεν παραχωρεί την πάλη ενάντια στα φασιστικά μορφώματα στην αστική δικαιοσύνη για να αυξήσει το κύρος και την παντοδυναμία της. Δεν μηνύει σε Α.Τ., δεν διαδηλώνει έξω από εφετεία, δεν ανακαλύπτει «κινήματα» διαταξικής συνεργασίας και πολιτικής συμπόρευσης με ανταγωνιστά προτάγματα. Βρίσκει την αυθεντική του υπόσταση στους δρόμους, στις γειτονιές, τις πλατείες, τους χώρους δουλειάς, στα σχολεία και τα πανεπιστήμια. Δεν πανηγυρίζει, δεν χειροκροτά τις αποφάσεις των δικαστικών αιθουσών, εκεί που καθημερινά διαπράττονται τα μεγαλύτερα εγκλήματα κατά της τάξης μας και των αγωνιζόμενων ανθρώπων της.
Τον αφανισμό της φασιστικής βίας μπορεί να εξασφαλίσει η συγκρότηση ενός αναρχικού επαναστατικού κινήματος ανατροπής και όχι ένας διαταξικός αντιφασισμός με δημοκρατικές επικλήσεις, πολιτικά αξιοποιήσιμος από την υφιστάμενη όψη της αστικής διαχείρισης. Όπως γράφαμε 1 χρόνο πριν, ο φασισμός θα πεθάνει στα συντρίμμια των κοινοβουλίων, των τραπεζών, του μεγάλου κεφαλαίου. Θα συντριβεί από την ένοπλη Κοινωνική Επανάσταση που θα οικοδομήσει έναν νέο ελεύθερο κόσμο της ομορφιάς, της αλληλεγγύης και της συνεργασίας. Μέσα στον αγώνα για την επανάσταση είναι χρέος μας να αντιπαρατεθούμε με κάθε συστημική εφεδρεία που επιχειρεί να διασπάσει την τάξη μας, να στοχοποιήσει τους αδύναμους, να οπλίσει το μίσος του ενός για την άλλη.
Ούτε φασισμός- ούτε δημοκρατία- κάτω ο κρατισμός- ζήτω η αναρχία
* Για περισσότερα σχετικά με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής και τις διαδηλώσεις της 7ης Οκτωβρίου έξω από το εφετείο παραπέμπουμε στις αναλύσεις των κειμένων μας:
[1] Γιατί δεν θα συμμετέχουμε στις διαδηλώσεις της 7ης Οκτωβρίου
[2] Προλογικό σημείωμα του β’ τεύχους ανθολογίου (πολιτική αποτίμηση της δικαστικής απόφασης)