Ο κορονοϊός έχει εξαπλωθεί σε παγκόσμια κλίμακα και έχει επιφέρει βαρύτατες συνέπειες στην δημόσια υγεία, στην οικονομία και συνολικότερα σε όλες τις πτυχές του κοινωνικού βίου. Η υγειονομική κρίση και η διασπορά του ιού που έχει λάβει τις διαστάσεις πανδημίας αναδεικνύει τις αντιφάσεις, τις ανεπάρκειες και τα αδιέξοδα του συστήματος. Όπως είχαμε επισημάνει και σε προηγούμενο κείμενο, σε σύντομο χρονικό διάστημα η πανδημία έχει προκαλέσει αλυσιδωτές εξελίξεις και λειτουργεί καταλυτικά στην ήδη καταρρέουσα πορεία της παγκόσμιας καπιταλιστικής οικονομίας, πυροδοτώντας μια νέα μεγάλη παγκόσμια οικονομική ύφεση, οι συνέπειες της οποίας μπορούν να αποδειχθούν καταστροφικές.
Η κρισιμότητα της κατάστασης, ο φόβος που προκαλεί η ταχεία εξάπλωση του ιού και η “κατάσταση έκτακτης ανάγκης¨ που επιβάλλεται από τους κρατικούς μηχανισμούς φέρνει στο προσκήνιο το κράτος ως τον κύριο και τον μόνο ικανό διαχειριστή του προβλήματος, ως τον “προστάτη” τις εντολές του οποίου πρέπει απαρέγκλιτα να υπακούμε και με τον οποίο πρέπει να συστρατευτούμε στον αγώνα που κάνει για να αντιμετωπίσει τον “αόρατο εχθρό”. Το κλίμα φόβου και η έλλειψη μιας ουσιαστικής πρότασης για την εναλλακτική διαχείριση της υγειονομικής κρίσης καθιστά τους ανθρώπους έρμαια στα χέρια και τις αποφάσεις του κράτους,
Το κράτος από την πλευρά του διαχειρίζεται αυτή την κρίσιμη κατάσταση -όπως είναι φυσικό- με τους δικούς του όρους και προς όφελός του. Καταβάλει μεγάλες προσπάθειες για να συγκαλύψει τις δικές του ανεπάρκειες και ευθύνες, για να έχει το μικρότερο δυνατό πολιτικό κόστος από τις θανατηφόρες επιπτώσεις της πανδημίας και για να περιορίσει στο μέτρο του δυνατού τις οικονομικές επιπτώσεις για την καπιταλιστική κερδοφορία. Μέσα σ’ αυτού του είδους την διαχείριση, με τα δικά του ταξικά και κοινωνικά κριτήρια, κρίνει και επιλέγει ποιες ζωές έχουν αξία για να προστατευτούν και ποιες όχι. Η αδυναμία του κρατικού μηχανισμού να προσφέρει την απαραίτητη νοσοκομειακή περίθαλψη σε περίπτωση επιδείνωσης της πανδημίας λόγω του υποβαθμισμένου από όλες τις κυβερνήσεις συστήματος υγείας και η μη ισότιμη κάλυψη από την καπιταλιστική αγορά των κοινωνικών αναγκών σε αγαθά, σε μέσα προστασίας και υγιεινής συγκαλύπτονται, μετακυλίοντας την ευθύνη του κράτος στην “ατομική ευθύνη” του καθενός μας, η οποία ανάγεται επικοινωνιακά ως το κύριο μέσο αντιμετώπισης της πανδημίας.
Η υποκρισία του κράτους καταδεικνύεται ολοφάνερα μέσα από τα κελεύσματά του για την αποφυγή του συνωστισμού, για την τήρηση των μέτρων προσωπικής υγιεινής και τις οδηγίες για να “μείνουμε σπίτι”. Οι προσταγές αυτές δεν μπορούν να έχουν καθολική ισχύ και αυτό το γεγονός αποτελεί μία κρατική επιλογή, μια αναγκαία επιλογή για την βιωσιμότητα της καπιταλιστικής κερδοφορίας. Πέρα από τις τρανταχτές περιπτώσεις των στοιβαγμένων στα στρατόπεδα συγκέντρωσης και στις φυλακές, πέρα από τους άστεγους και τις άστεγες που δεν έχουν την δυνατότητα της “ασφάλειας του σπιτιού τους”, εκατομμύρια εργαζόμενοι, στους τομείς της παραγωγής και του εμπορίου που είναι ακόμα ενεργοί, αναγκάζονται να δουλεύουν σε κλειστούς χώρους όπου συγχρωτίζονται με πλήθος κόσμου καθημερινά, να θέτουν την υγεία και την ζωή τους σε κίνδυνο και σε πολλές περιπτώσεις να έχουν να αντιμετωπίσουν πιο εντατικοποιημένους ρυθμούς εργασίας και καταπάτηση των εργασιακών τους δικαιωμάτων.
Η κυβέρνηση με πράξη νομοθετικού περιεχομένου έχει ψηφίσει “την αναστολή των περιοριστικών διατάξεων για την Κυριακάτικη λειτουργία σε επιχειρήσεις με αντικείμενο την παραγωγή, την μεταφορά, και τον εφοδιασμό τροφίμων καυσίμων, φαρμάκων και παραϊατρικού υλικού” καθώς και “την άρση περιορισμού στην υπερωριακή απασχόληση”. Όσοι και όσες δουλεύουν στα supermarkets έρχονται αντιμέτωποι/ες μ’ αυτή την νέα πραγματικότητα. Επιφορτίζονται με περαιτέρω φόρτο εργασίας τόσο λόγω της αυξημένης ζήτησης και προσέλευσης όσο και λόγω της επέκτασης του ωραρίου λειτουργίας και το άνοιγμα των supermarkets και τις Κυριακές. Οι εργαζόμενοι/ες θέτουν σε κίνδυνο την υγεία και την ζωή των ίδιων και των οικείων τους προσώπων δουλεύοντας σε ένα χώρο με συνωστισμό, όπου στις περισσότερες περιπτώσεις δεν τους παρέχονται από την εργοδοσία ούτε τα απαραίτητα μέσα για την αυτοπροστασίας τους (μάσκες, γάντια, είδη καθαρισμού) και όπου δεν λαμβάνονται μέτρα για την τήρηση της υγειονομικής ασφάλειας μέσα σε ένα κλειστό χώρο (καθημερινοί καθαρισμοί και απολυμάνσεις). Μέσα σ’ αυτή την συνθήκη δεν υπάρχει κάποια δέσμευση ότι οι εξαντλητικές υπερωρίες των εργαζομένων θα ανταμειφθούν, ότι θα δουν κάποια αύξηση στον μισθό τους και δεν γίνονται νέες προσλήψεις για να ισομεριστεί ο χρόνος εργασίας.
Ο τομέας της υγείας είναι αυτός που πλήττεται σε μεγάλο βαθμό μέσα στην συγκεκριμένη συγκυρία. Οι εργαζόμενοι/ες πέρα από την μάχη που δίνουν για την αντιμετώπιση του κορονοϊού και την υγεία τους που θέτουν σε άμεσο κίνδυνο, έρχονται αντιμέτωποι/ες με την υποβάθμιση όλων των τελευταίων χρόνων του δημόσιου συστήματος υγείας και την έλλειψη σε εξοπλισμό, εγκαταστάσεις και υποδομές. Είναι οι ίδιοι εργαζόμενοι που πριν από λίγους μήνες οργάνωναν κινητοποιήσεις διαμαρτυρόμενοι για την περαιτέρω ιδιωτικοποίηση και εμπορευματοποίηση του συστήματος υγείας. Η απάντηση που πήραν τότε από την κυβέρνηση ήρθε μέσα από τα γκλομπς των μπάτσων. Οι προσλήψεις που ανακοινώθηκαν το τελευταίο διάστημα λόγω κορονοϊού δεν καλύπτουν τα κενά και τις απαιτήσεις σε μια περίοδο πανδημίας σαν αυτή που διανύουμε, κι αν η κατάσταση επιδεινωθεί και η εξάπλωση του ιού λάβει μεγαλύτερες διαστάσεις οι νοσοκομειακές μονάδες της χώρας δεν θα μπορέσουν να ανταποκριθούν και το ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, δεδομένων των ελλείψεων, θα έχει να αντιμετωπίσει έναν γολγοθά.
Ο κατάλογος των εργαζομένων που θέτουν την υγεία τους σε κίνδυνο δεν τελειώνει εδώ, είναι μεγάλος. Οι διανομείς και οι courier που βρίσκονται καθημερινά στον δρόμο, οι εργαζόμενοι στα τηλεφωνικά κέντρα που βρίσκονται καθημερινά κατά εκατοντάδες μέσα σε κτήρια χωρίς την τήρηση ιδιαίτερων μέτρων προστασίας και πρόληψης, οι καθαριστές/στριες που καλούνται να δουλέψουν δύο και τρεις φορές περισσότερο χωρίς να τους παρέχονται επιπλέον μέσα αυτοπροστασίας είναι μερικά ακόμη χαρακτηριστικά παραδείγματα. Πρόκειται για εργαζόμενους/ες που δουλεύουν κυριολεκτικά για 3.60 σε συνθήκες καθημερινής επισφάλειας και που καλούνται να κάνουν “τις ανάλογες θυσίες” για να μην καταρρεύσει η ήδη βραχυκυκλωμένη παραγωγή και αγορά.
Οι βιομηχανικοί εργάτες που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της παραγωγής αναγκάζονται να δουλεύουν κατά εκατοντάδες μέσα στα εργοστάσια για να συνεχίσει να κινείται η καπιταλιστική παραγωγή και κερδοφορία. Χαρακτηριστικές είναι οι εικόνες από το το μετρό του Μιλάνου τις πρωινές ώρες όπου παρά την απαγόρευση της κυκλοφορίας και τους χιλιάδες νεκρούς στην χώρα λόγω κορονοϊού, εκατοντάδες εργάτες συνωστίζονται για να πάνε στην δουλειά τους. Η αναλγησία που μπορούν να επιδείξουν τα κράτη και η τάξη των καπιταλιστών φανερώνεται, επίσης, από το γεγονός πως στις βιομηχανικές επαρχίες του Μπέργκαμο και της Μπρέτσια στην Β. Ιταλία από όπου προέρχεται ¼ των κρουσμάτων του κορονοϊού και το 30% των θανάτων στην χώρα, τα εργοστάσια παρέμειναν εν λειτουργία παρά την έξαρση της πανδημίας και έκλεισαν με μεγάλη καθυστέρηση, αποτελώντας τον κύριο χώρο μετάδοσης του ιού και θέτοντας σε κίνδυνο την ζωή δεκάδων χιλιάδων ανθρώπων. Είμαστε σίγουροι πως παρόμοιες πολιτικές θα εφαρμοστούν και στην Ελλάδα σε μια ενδεχόμενη επιδείνωση της πανδημίας. Ο θάνατος μπορεί να θερίζει αλλά η καπιταλιστική μηχανή δεν μπορεί να σταματήσει να παράγει.
Είναι σαφές πως η εξασφάλιση της υγείας των εργαζομένων στον εργασιακό χώρο δεν εμπίπτει στην ατομική τους ευθύνη. Σε περιόδους κρίσεων καταδεικνύεται με τον πλέον σαφή τρόπο ότι η καπιταλιστική κερδοφορία μπαίνει πάνω από τις ανθρώπινες ζωές, ότι το κρατικοκαπιταλιστικό σύστημα δεν μπορεί να καλύψει ισότιμα τις πραγματικές ανάγκες του λαού. Οι ελλείψεις και η αύξηση των τιμών σε είδη αυτοπροστασίας και υγιεινής αντανακλά ακριβώς αυτή την αδυναμία του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και ιδιαίτερα της φιλελεύθερης οικονομικής διαχείρισης και των κανόνων της ελεύθερης αγοράς, όπου ο νόμος της προσφοράς και της ζήτησης είναι αυτός που καθορίζει την αξία και τις τιμές των εμπορευμάτων, μη λαμβάνοντας υπόψη τις πραγματικές ανάγκες των ανθρώπων. Στο σημείο αυτό, σε κρίσιμες καταστάσεις, που αυτή η αδυναμία μπορεί να αποβεί μοιραία και έρχονται στο φως οι αντιφάσεις του συστήματος, οι πιο ένθερμοι υποστηρικτές του φιλελευθερισμού αλλάζουν άρδην πολιτική, παραδεχόμενοι μ’ αυτό τον τρόπο την αδυναμία του συστήματος που υπηρετούν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί ο σημερινός υπουργός ανάπτυξης ο οποίος λίγες μέρες μετά την δήλωση του ότι “η αύξηση των τιμών στα είδη υγιεινής αποτελεί την εφαρμογή του νόμου της προσφοράς και της ζήτησης” έκανε στροφή 360 μοιρών προδίδοντας τις νεοφιλελεύθερες αρχές του και ανακοινώνοντας με περηφάνια την επιβολή πλαφόν στην αγορά των αντισηπτικών και μέτρα ώστε να παταχθεί και να τιμωρηθεί η αισχροκέρδεια από την πώληση ειδών υγιεινής.
Με την εμφάνιση της επιδημίας στον ελλαδικό χώρο, οι μαζικές απολύσεις εργαζομένων, η μη ανανέωση συμβάσεων, οι άδειες άνευ αποδοχών και η αναστολή της υποχρέωσης του εργοδότη να δηλώνει στο πληροφοριακό σύστημα της “Εργάνης” την τροποποίηση του ωραρίου των εργαζομένων έχουν στρώσει το έδαφος για την όξυνση της επίθεσης του κράτους και των αφεντικών. Αυτή είναι μόνο η αρχή των επιπτώσεων της οικονομικής ύφεσης για την εργατική τάξη και τον εργαζόμενο λαό, που δεν πρέπει να έχει καμία αυταπάτη πως το κράτος θα τον προστατεύσει από την εργοδοτική αυθαιρεσία και την καταπάτηση των δικαιωμάτων του. Σ’ αυτήν την περίοδο που εργατικά συμφέροντα και διεκδικήσεις πλήττονται και κοινωνικές ελευθερίες καταπατούνται, το κράτος επιβάλλει την στρατιωτικοποίηση της κοινωνικής ζωής με πρωτοφανή μέτρα επιτήρησης και ελέγχου και εφαρμόζοντας μέτρα τα οποία θα ζήλευαν και τα πιο ολοκληρωτικά καθεστώτα, όπως την απαγόρευση των δημόσιων συναθροίσεων άνω των 10 ατόμων και εσχάτως την απαγόρευση της κυκλοφορίας η οποία μας φέρνει αντιμέτωπους με μια πρωτόγνωρη δυστοπία. Αυτά τα μέτρα λειτουργούν απαγορευτικά για την δυνατότητα κοινωνικής συνεύρεσης και την δημιουργία συλλογικών αγώνων, δρουν ως προληπτικά μέτρα καταστολής των αντιδράσεων και δημιουργούν μια νέα παρακαταθήκη, ανοίγουν μια νέα προοπτική για την επιβολή του κρατικού μηχανισμού και τον κοινωνικό έλεγχο, η οποία δεν ξέρουμε πόσο θα διαρκέσει και τι κοινωνικό αντίκτυπο θα έχει.
Σ’ αυτή την περίοδο της απομόνωσης και του αυτοεγκλεισμού δεν πρέπει να χάνουμε την πίστη μας στην συλλογική κοινωνική δυναμική μας. Οι εργάτες και οι εργαζόμενοι που δεν μένουν σπίτι τους και δουλεύουν καθημερινά είναι αυτοί που διατηρούν ζωντανή την παραγωγή και καθιστούν δυνατή την παροχή στην κοινότητα των αναγκαίων αγαθών, τροφίμων και υπηρεσιών. Βιομηχανικοί εργάτες, εργαζόμενοι σε κλάδους διανομής και τροφοδοσίας, εργαζόμενοι στην καθαριότητα, νοσηλευτές και γιατροί, και όχι τα αφεντικά και το κράτος, είναι αυτοί που με την δική τους εργασία καλύπτουν τις ανάγκες της κοινωνίας. Κράτος και αφεντικά το μόνο που κάνουν είναι να καρπώνονται την υπεραξία αυτής της εργασίας, να προσπαθούν να μετακυλήσουν το βάρος της κρίσης στις πλάτες των εργαζόμενων και να έχουν οι ίδιοι τις λιγότερες δυνατές απώλειες. Η εργατική τάξη είναι αυτή που με τον δικό της μόχθο κινεί τα γρανάζια της παραγωγής. Το μόνο που μας μένει για να σταματήσει η εκμετάλλευση της εργατικής μας δύναμης και η κοινωνική καταπίεση μας είναι να σπάσουμε τις αλυσίδες της υποταγής και της εκμετάλλευσης και να συνειδητοποιήσουμε πως “χωρίς εμάς γρανάζι δεν γυρνά”. Σε περιόδους κρίσης και έκτακτης ανάγκης ο εγκλωβισμός στα σχέδια του κράτους και η συστράτευση μαζί του μας οδηγεί στην κοινωνική αδράνεια και υποταγή. Ο ταξικός πόλεμος δεν έχει περιόδους ανακωχής. Καθήκον μας είναι να προτάξουμε και να εφαρμόσουμε σε πρακτικό επίπεδο την ταξική αλληλεγγύη και την κοινωνική αλληλοβοήθεια.
« Δε μας τρομάζουν τα ερείπια. Πάντοτε ζούσαμε μέσα σε τρώγλες και θα τα καταφέρουμε για λίγο καιρό ακόμα. Αλλά μην ξεχνάτε ότι εμείς οι εργάτες, ξέρουμε επίσης και να χτίζουμε. Εμείς χτίσαμε όλα αυτά τα παλάτια και τα μέγαρα, εδώ, στην Αμερική και παντού. Και θα τα χτίσουμε ακόμα πιο όμορφα, γιατί εμείς θα κληρονομήσουμε τη Γη και γι’ αυτό να μην έχετε την παραμικρή αμφιβολία. Η αστική τάξη λοιπόν, ας γκρεμίσει τον κόσμο της πριν αποχωρήσει οριστικά από το προσκήνιο της ιστορίας. Εμείς κουβαλάμε έναν καινούριο κόσμο, εδώ, στις καρδιές μας. Κι ο κόσμος αυτός μεγαλώνει κάθε στιγμή. Μεγαλώνει και τώρα, αυτή τη στιγμή που σας μιλάω…»– Μπουεναβεντούρα Ντουρρούτι
Από την Κίνα μέχρι την Ιταλία και την Ελλάδα αλληλεγγύη σε όσους/ες εργάζονται εν μέσω της πανδημίας
Ζήτω η εργατική τάξη!
Να πάρουμε στα χέρια μας την παραγωγή!