Σχετικά με τις πρόσφατες αστυνομικές εισβολές στα πανεπιστήμια

Οι αστυνομικές εισβολές σε πανεπιστημιακούς χώρους τις τελευταίες εβδομάδες εμπεριέχουν μια πρόγευση των κρατικών-κυβερνητικών προθέσεων. Καθώς φαίνεται, οι εισβολές αυτές συνιστούν τμήμα ενός ευρύτερου κρατικού σχεδίου δημιουργίας έντασης που βρίσκεται σε πλήρη ισχύ και έχει μια απτή σκοπιμότητα: να διαμορφώσει το κλίμα που θα προϋπαντήσει την πανεπιστημιακή αστυνόμευση.

Εφαλτήριο υπήρξε η προαναγγελμένη εκκένωση του κατειλημμένου χώρου «στέκι στο βιολογικό» στο ΑΠΘ την παραμονή της πρωτοχρονιάς και η αστυνομική εισβολή για την διάλυση νέας κατάληψης που έλαβε χώρα ως άμεση απάντηση λίγες μέρες αργότερα. Το σκηνικό μεταφέρθηκε στην Αθήνα και την «πολύπαθη» ΑΣΟΕΕ, με μια προκλητική έφοδο δυνάμεων ΟΠΚΕ που είχε ως απολογισμό την κινηματογραφική σύλληψη 6 φοιτητών.

Τα γεγονότα αυτά μαρτυρούν την ύπαρξη κεντρικού σχεδιασμού και λειτουργούν ως όχημα ανακίνησης της ίδρυσης πανεπιστημιακής αστυνομίας στην προοπτική της οποίας η κρατική προπαγάνδα στρώνει το έδαφος, γνωρίζοντας ότι θα αντιμετωπίσει νέο κύκλο αντιστάσεων. Συνακόλουθα, το κρατικό αυτό σχέδιο προεικονίζει βλέψεις για νέες δομικές εκπαιδευτικές αναδιαρθρώσεις* τις οποίες η καταστολή έρχεται για να προετοιμάσει και να περιφρουρήσει.

Όλα αυτά, δεν προέρχονται φυσικά από κάποια συγκεκριμένη αφορμή, δοθείσα από το στρατόπεδο των αγωνιζόμενων δυνάμεων εντός των σχολών. Οι “αφορμές”, όπως ο πρόσφατος ξυλοδαρμός ενός αρχικαθάρματος καθηγητή, υπόδικου για παιδεραστία, ακόμα κι αν δεν υπήρχαν, θα επινοούνταν. Δεν είναι λοιπόν οι «αφορμές» τέτοιων ενεργειών που δημιουργούν το σκηνικό έντασης και δήθεν επενεργούν ως βοηθητικά συμπληρώματα για να απαντηθούν από την καταστολή. Και ως εκ τούτου οι «καταδίκες» ενεργειών από τους επαΐοντες προβοκατορολόγους αποτελούν πλυντήρια των κρατικών και κυβερνητικών σχεδιασμών και τους παρέχουν άλλοθι. Η εγκατάσταση της πανεπιστημιακής αστυνομίας εάν και όποτε αυτή υλοποιηθεί προϋποθέτει την δημιουργία σκηνικού «ανασφάλειας» και «ανομίας» είτε υπάρχουν είτε δεν υπάρχουν οι αφορμές.

Η αξιοποίηση οποιασδήποτε ενέργειας εντός των πανεπιστημίων για την ενίσχυση του αφηγήματος της ασφάλειας και της αστυνόμευσης είναι μια μελετημένη τακτική του κράτους και της κυβέρνησης που δεν θα πρέπει να ιδωθεί ως αίτιο οπισθοχώρησης, αλλά σαν προβλεπόμενος παράγοντας. Αυτές είναι γνώριμες τακτικές της κρατικής προπαγάνδας. Κάθε επιθετική ενέργεια θα χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει κλίμα και θα ενσωματώνεται στην κρατική πολιτική ατζέντα με τρόπο που την εξυπηρετεί. Οι αγωνιζόμενες δυνάμεις εντός των σχολών θα πρέπει αυτό να το γνωρίζουν και να προσαρμόζουν αντίστοιχα την τακτική στην δράση τους με τρόπο που να καθίσταται αποτελεσματική και εύστοχη: νικητής στην μάχη δεν θα είναι αυτός που θα βαρέσει πιο δυνατά αλλά αυτός που θα βαρέσει πιο έξυπνα.

Η αναρχική δράση εντός των σχολών θα πρέπει να αντιληφθεί ότι την τελευταία απάντηση για το αν θα λειτουργήσει ή όχι η πανεπιστημιακή αστυνομία θα την δώσουν οι φοιτητές και οι φοιτήτριες. Έτσι συνέβη και έναν χρόνο πριν όταν και οι κρατικοί σχεδιασμοί σκόνταψαν πάνω στις αντιστάσεις που εκδηλώθηκαν. Η αναβολή της σύστασης των πανεπιστημιακών μπάτσων επισφράγισε την νίκη του φοιτητικού αγώνα. Τώρα βρισκόμαστε μπροστά στον δεύτερο γύρο. Με τις σχολές ανοιχτές η συνθήκη διεξαγωγής του αγώνα είναι ευνοϊκή για νέες, πολύπλευρες και βαθιές νίκες. Μην ξεχνάμε άλλωστε ότι το κράτος και η νεοφιλελεύθερη πολιτική του διοίκηση ενεργοποίησαν τους σχεδιασμούς αστυνόμευσης μέσα στην περίοδο της απαγόρευσης κυκλοφορίας αξιοποιώντας την ως μια χρυσή ευκαιρία, εντούτοις όμως δεν μπόρεσαν να τους υλοποιήσουν με την επανέναρξη του ακαδημαϊκού βίου. Είναι εφικτό και ρεαλιστικό να αποτύχουν και πάλι.

Το μεγάλο στοίχημα της περιόδου είναι το αν οι αναρχικές πολιτικές δυνάμεις εντός των σχολών θα καταφέρουν να δημιουργήσουν ερείσματα στην φοιτητική βάση, δομές αγώνα και υποδομές ιδεολογικής και πολιτικής ζύμωσης στο πλαίσιο μιας στρατηγικής πολιτικοποίησης, ριζοσπαστικοποίησης και συλλογικής οργάνωσης των φοιτητών/τριών που στην πλειοψηφία τους δεν επιθυμούν την περαιτέρω υποβάθμιση των σπουδών τους και τον κρατικό αυταρχισμό που έρχεται να την υποστηρίξει. Εκεί θα κριθούν όλα. Αν οι αγωνιζόμενοι/ες το αγνοήσουν βλέποντας μυωπικά και μονοσήμαντα το ζήτημα των πανεπιστημιόμπατσων ως κίνδυνο για τους κατειλημμένους χώρους των πανεπιστημίων και περιχαρακωθούν σε αυτούς, τότε μαζί με την μάχη θα χάσουν και αυτούς.

Το ζήτημα των εκπαιδευτικών αναδιαρθρώσεων για ένα πανεπιστήμιο πλήρως ευθυγραμμισμένο με τις φαντασιώσεις του κράτους και της αστικής τάξης όπως και το ζήτημα της αστυνόμευσης δεν είναι ζήτημα βεντέτας μεταξύ αναρχικών και αστυνομίας αλλά υπόθεση σύσσωμης της ταξικά προσδιορισμένης φοιτητικής κοινότητας. Είναι υπόθεση κοινωνική.

*βλ: Για την νέα εκπαιδευτική αναδιάρθρωση

Πρωτοβουλία Αναρχικών Αγίων Αναργύρων – Καματερού

Αφήστε μια απάντηση

Η διεύθυνση του email σας δεν θα δημοσιευθεί.